Μεγάλες προσδοκίες, λίγο προσωπικό στο ιατροπαιδαγωγικό κέντρο Ιωαννίνων.
Το κέντρο ξεκίνησε με τη φιλοδοξία να γίνει η ομπρέλα του δικτύου διάγνωσης και αντιμετώπισης προβλημάτων του παιδιού και του εφήβου και να αποτελέσει ένα σημείο αναφοράς της τοπικής κοινωνίας. Θέλει να γίνει ένας χώρος όπου οι γονείς και τα παιδιά θα μπαίνουν άνετα και χωρίς τον φόβο του στιγματισμού για να ζητήσουν βοήθεια για συμπεριφορές και προβλήματα που δεν...
μπορούν να ελέγξουν.
Αυτή είναι η επιθυμία του, τουλάχιστον. Το αν το επιτύχει, είναι κάτι που θα φανεί στο μέλλον και κάτι που εξαρτάται από τη διασύνδεσή του με όσους έρχονται σε επαφή με τα παιδιά. Χωρίς επαρκές όμως προσωπικό, τα πράγματα είναι δύσκολα. Η αρχική προκήρυξη για κάλυψη θέσεων προέβλεπε 19 άτομα. Σήμερα υπάρχουν μόνο 7 – ένας παιδοψυχίατρος, μια ψυχολόγος, δύο κοινωνικοί λειτουργοί, δύο επισκέπτες υγείας και ένας νοσηλευτεής. Οι υπόλοιποι 12 δεν πήγαν ποτέ να εργαστούν, επειδή στο ενδιάμεσο, μέχρι να ανοίξει το ιατροπαιδαγωγικό κέντρο –χρειάστηκαν τρία περίπου χρόνια- βρήκαν δουλειά αλλού. Το ιατροπαιδαγωγικό κέντρο έχει ζητήσει να γίνει επαναπροκήρυξη των υπόλοιπων θέσεων, αλλά μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καμία απάντηση. Είναι προφανώς ότι χωρίς πλήρη στελέχωση, η ποιότητα στις παρεχόμενες υπηρεσίες δεν μπορεί να είναι αυτή που πρέπει. Βασικός σκοπός του κέντρου είναι να αντιμετωπίσει όλα όσα σχετίζονται με την ψυχική υγεία των παιδιών και των εφήβων. Τα ενδεχόμενα προβλήματα δεν χρειάζεται να είναι μόνο ψυχιατρικά, μπορεί να είναι ακόμα και ψυχικές ή μαθησιακές δυσκολίες, θέματα που άπτονται της σχολικής βίας, οικογενειακά προβλήματα. Μεγαλύτερη ίσως σημασία από την αντιμετώπιση, έχει όμως η διάγνωση. Για την επίτευξη της έγκαιρης διάγνωσης, όμως, το ιατροπαιδαγωγικό κέντρο απαιτείται να κάνει το άνοιγμά του προς την τοπική κοινωνία και να ενημερώσει εκπαιδευτικούς, γονείς, γιατρούς.
Ο ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΟΣ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΝΙΚΟΣ ΤΖΙΑΚΗΣ:
«Τέρμα το ραντεβού με τον γιατρό»
Πώς λειτουργεί αυτή τη στιγμή το ιατροπαιδαγωγικό κέντρο;
Το ιατροπαιδαγωγικό κέντρο ξεκίνησε να λειτουργεί το 2006 εντός του πανεπιστημιακού νοσοκομείου ως εξωτερικό ιατρείο. Εδώ και δύο μήνες, τα πράγματα έχουν αλλάξει, αφού στεγάζεται πια σε δικό του, ξεχωριστό κτίριο. Αυτό που γίνεται, είναι ότι το παιδί το εξετάζει μια ολόκληρη ομάδα και όχι ένας ειδικός μόνο. Δεν υπάρχει πια το ραντεβού με το γιατρό. Όταν, για παράδειγμα, έρχεται μια παραπομπή, αυτή καταγράφεται και συζητιέται σε μια συνάντηση της ομάδας. Ανάλογα με το είδος του προβλήματος, ανατίθεται σε κάποιον από τους ειδικούς η ευθύνη του να κάνει μια πρώτη επαφή με την οικογένεια, να πάρει της πληροφορίες που χρειάζεται. Μετά η υπόθεση ξανασυζητιέται, και ουσιαστικά εκεί που τελειώνει ένας ειδικός τη δουλειά του, αρχίζει η δουλειά του επόμενου. Ο ένας συμπληρώνει τη δουλειά του άλλου.
Στην Ήπειρο υπάρχουν αρκετές υπηρεσίες διάγνωσης. Δεν είναι όμως δικτυωμένες.
Εκείνο που δημιουργεί πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν πολλές υπηρεσίες υποστελεχωμένες. Επομένως ολοκληρωμένη διάγνωση δεν γίνεται πουθενά, κατά τη γνώμη μου. Κι αυτό που μπορούμε να κάνουμε –και το κάνουμε- είναι να συνεργαζόμαστε μεταξύ μας. Αν επαρκεί όλη αυτή η συνεργασία; Όχι δεν επαρκεί. Βρισκόμαστε σε πολύ δύσκολη θέση γιατί είναι πολλά τα αιτήματα, και υποστελεχωμένες οι υπηρεσίες. Γι’ αυτό τον λόγο δεν είναι αρκετή όσο θα θέλαμε η αντιμετώπιση κάποιων περιπτώσεων.
Πόσα παιδιά εκτιμάται ότι έχουν ανάγκη από παροχή ψυχιατρικών υπηρεσιών;
Από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ξέρουμε ότι ένα ποσοστό 10 έως 20% των παιδιών έχει ανάγκη να αντιμετωπιστεί από μια διεπιστημονική ομάδα. Είναι μεγάλο το ποσοστό. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι όλα αυτά τα παιδιά έχουν ψυχιατρικές διαταραχές, αλλά ότι έχουν ανάγκη από μια παρακολούθηση. Η πραγματικότητα είναι επίσης ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 33 νομοί που δεν έχουν καμία παιδοψυχιατρική υπηρεσία. Και ένα άλλο πρόβλημα που υπάρχει και στην περιοχή μας είναι ότι δεν έχουμε ψυχιατρικές κλινικές για παιδιά και εφήβους. Οπότε στις λίγες περιπτώσεις που χρειάζεται νοσηλεία ένα παιδί, πρέπει να ταξιδέψει Θεσσαλονίκη και Αθήνα, όπου και πάλι είναι αμφίβολο αν θα βρει κρεβάτι για νοσηλεία. Τα νοσοκομεία των δύο αυτών πόλεων έχουν μόνο 28 κρεβάτια για παιδιά και εφήβους. Χρειαζόμαστε τουλάχιστον 60 κρεβάτια, συνολικά.
Πηγή Ηπειρωτικός Αγών