Κατεχόμενα και ψευδείς πόθοι.

Στην αντίληψη όλου αυτού του συρφετού, ο Ταλάτ αποτελούσε ον «διαλλακτικό», «μετριοπαθή» και «άνθρωπο ο οποίος διέπετο από ανοικτό πνεύμα και επιθυμούσε τη λύση». Ο ίδιος δε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διέπραξε το ανοσιούργημα να πάρει θέση ανεπιφύλακτα υπέρ της εκλογής Ταλάτ, στέλλοντας με αυτό τον τρόπο προς πάσα κατεύθυνση, εγχώρια και διεθνή, το μήνυμα ότι στα κατεχόμενα διεξάγονταν νόμιμες εκλογές και προσδίδοντας μ’ αυτό τον τρόπο στο...
καθεστώς των κατεχομένων υπόσταση κρατικού μορφώματος.
Η ενέργεια αυτή, η οποία αποτελεί μία ακόμη εθνική διολίσθηση στην αλυσίδα ατοπημάτων που έχει διαπράξει ο νυν Πρόεδρος, από της ανάληψης των καθηκόντων του και εντεύθεν, σηματοδοτεί το νέο πλαίσιο, στο οποίο τίθεται, από πλευράς της εθνικής ηγεσίας του τόπου, το θέμα της τουρκικής κατοχής και του υποτελούς της μορφώματος, το οποίο καταδεικνύεται πασιφανώς και από την υπονόμευση του νομικού αγώνα των Προσφύγων στο ΕΔΑΔ, η οποία κατέληξε στη γνωστή απαράδεκτη απόφαση, αλλά, και πολύ περισσότερο, από την απόκρυψη της τετράμηνης συνωμοτικής προσπάθειας τουρκολάγνων κύκλων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να προωθήσουν το απευθείας εμπόριο με τα κατεχόμενα.
Για το Κίνημά μας, κανένα δίλημμα δεν τίθεται σχετικώς με το πρόσωπο του εντολοδόχου φρουρού της κατοχής, εκάστοτε κατοχικού ηγέτη. Έρογλου και Ταλάτ ανέκαθεν εξυπηρετούσαν και σήμερα εξακολουθούν να εξυπηρετούν τον αμετακίνητο στόχο της Τουρκίας, από το 1956 και μετέπειτα, που είναι η προσάρτηση της Κύπρου σ’ αυτήν και η εκδίωξη του Ελληνικού στοιχείου από τη γη των πατέρων του. Ο στόχος αυτός είναι σχεδιασμένος, από τους Αγγλοτούρκους και από τα ελληνόφωνα προγεφυρώματά τους, να επιτευχθεί σε τέσσερα στάδια:
α) η ανάδειξη της τουρκοκυπριακής μειονότητας και αναγόρευση της σε συγκυρίαρχη κοινότητα,
β) ο εδαφικός διαχωρισμός και η δημιουργία πολιτειακής έκφρασης, όπως το κατοχικό καθεστώς,
γ) η νομιμοποίηση των τετελεσμένων αυτών δια της επιβολής λύσης διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, δια μέσου σχεδίων τύπου Ανάν και παρεμφερών και η δι’ αυτής επέκταση στρατηγικού ελέγχου της Τουρκίας εφ’ ολοκλήρου της Κύπρου, και
δ) η δημιουργία συνθηκών, οι οποίες θα καθιστούν αδύνατη τη συνέχιση της παρουσίας του Ελληνισμού στο Νησί, δια της πρόκλησης προβοκατσιών, τεχνιτών επεισοδίων, ανεξέλεγκτης εισροής εποίκων και παράλυσης του διοικητικού μηχανισμού, κατά το προηγούμενο της Ίμβρου και της Αλεξανδρέττας.
Κατά συνέπεια, το Κίνημα μας θεωρεί ότι το πραγματικό δίλημμα που τίθεται για το λαό μας, δεν αφορά το πρόσωπο του φρουρού της κατοχής αλλά το είδος της πολιτικής που ακολουθείται, αν δηλαδή θα έχει τη διάσταση νομιμοποίησης των τετελεσμένων της εισβολής και κατοχής ή αν θα έχει διάσταση εθνικοαπελευθερωτική. Βεβαίως, η αποκαθήλωση Ταλάτ ωφελεί τον αγώνα του λαού μας κατά το σημείο που καταδεικνύει το ατελέσφορο της πολιτικής Χριστόφια, η οποία επένδυσε πάνω στην κίβδηλη επαναπροσέγγιση, την ιδεολογική συνάφεια και την προσωπική σχέση με τον κατοχικό Ταλάτ και την παροχή μονομερών προνομίων στους Τουρκοκυπρίους, καθιστώντας τους προνομιούχα κοινότητα. Μετά την τοποθέτηση Έρογλου δύο τινά θα συμβούν: είτε η ακολουθούμενη πολιτική του Προέδρου θα οδηγήσει σε διαπραγματευτικά αδιέξοδα, είτε θα συνεχιστούν οι συνομιλίες απρόσκοπτα, καθιστώντας ωστόσο πασιφανή (και στον πλέον αφελή) ότι ο Χριστόφιας θα μπορούσε να τα βρει με οποιονδήποτε τουρκοκύπριο ηγέτη, ακόμα και με τον Ντενκτάς και όχι μόνο με τον Ταλάτ, επειδή ακριβώς η πολιτική και οι επιδιώξεις του οδηγούν σε προσέγγιση και αποδοχή των τουρκικών θέσεων και αποδοχή των τετελεσμένων της εισβολής και όχι στην εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων του λαού μας.
19 Απριλίου 2010
Οδυσσέας Διομήδους
Γραφείο Ιδεολογίας και Μελετών
Κίνημα Ελληνικής Αντίστασης